Γονείς – παιδιά: «Κάποια
στιγμή αφήνεις τα λουριά»
Όταν ένας γονέας έχει το παιδί του συνεχώς
από το χέρι, πώς θα μάθει να κοιτάει δεξιά κι αριστερά διασχίζοντας τον δρόμο;
«Ανιχνεύθηκε κίνηση», λέει το κινητό
μου. Ανοίγω την εφαρμογή tapo, βάζω τα γυαλιά μου και κοιτάω την
εικόνα από την κάμερα που έχουμε εγκαταστήσει στο παιδικό δωμάτιο. Ο μικρός
είχε απλώς αλλάξει πλευρό στο κρεβατάκι του, λήξη συναγερμού. Βάλαμε την κάμερα
ώστε να μη σηκωνόμαστε με τον παραμικρό θόρυβο μες στη νύχτα, ωστόσο έχει
συμβεί να την ανοίγουμε χωρίς λόγο και να τον χαζεύουμε που κοιμάται ή που
παίζει στο κρεβάτι ανυποψίαστος ακόμη ότι οι γονείς του είναι ημίτρελοι. Είναι
άραγε τα πρώτα συμπτώματα της «νόσου» που χτυπάει πολλούς γονείς και οδηγεί
στον υπερέλεγχο των παιδιών τους; Θα μετατραπεί σταδιακά η κάμερα του δωματίου
σε «μάτι» που θα τον ακολουθεί παντού;
«Γι’ αυτό έχουν κινητά»
Οι εφαρμογές που επιτρέπουν στους γονείς
να παρακολουθούν ανά πάσα στιγμή τις κινήσεις των παιδιών τους είναι πλέον
ευρέως διαθέσιμες. Στην Ελλάδα, πολύ δημοφιλής είναι η εφαρμογή για κινητά
Family Link, η οποία παρέχει δυνατότητα γονικού ελέγχου στις δραστηριότητες του
παιδιού στο Ιντερνετ, ενώ επιτρέπει τον εντοπισμό της τοποθεσίας της συσκευής –
και άρα του παιδιού. «Ομολογώ ότι ήταν ο λόγος που πήρα κινητά στα παιδιά, για
να μπορώ να τα βρίσκω ανά πάσα στιγμή», λέει στην «Κ» ο Στέλιος Μαύρος,
ο οποίος έχει δύο γιους, 12 και 14 ετών. «Από πέρυσι τα άφηνα να πηγαίνουν στα
αγγλικά με το ποδήλατο. Στην αρχή ενεργοποιούσα την εφαρμογή για να τα βλέπω
στη διαδρομή, αλλά σιγά σιγά το έκοψα. Για την ακρίβεια, αρχίζω να πιστεύω ότι
πιο πολύ κινδυνεύουν αν έχουν το κινητό σε κοινή θέα».
Μην παρακολουθείτε τα παιδιά, εμπιστευθείτε τα
«Δεν φοβάστε;»
Οταν αναφέρει σε φίλους γονείς ότι τα
παιδιά κυκλοφορούν μόνα τους στη γειτονιά σε αυτή την ηλικία, η αντίδραση είναι
σταθερή: «Και δεν φοβάστε; Τόσα γίνονται!». «Δεν είναι ότι δεν φοβάμαι, αλλά
θεωρώ ότι έτσι αναπτύσσουν δικούς τους μηχανισμούς άμυνας. Οταν έχεις ένα παιδί
συνεχώς από το χέρι, πώς θα μάθει να κοιτάει δεξιά κι αριστερά διασχίζοντας τον
δρόμο; Κάποια στιγμή πρέπει να αφήνεις τα λουριά».
Για νέους και ηλικιωμένους
Η Νατάσα Μανίτσα, με δύο
κόρες 15 και 18 ετών, θεωρεί ότι αυτές οι εφαρμογές είναι πολύ χρήσιμο
εργαλείο. «Η εμπιστοσύνη χτίζεται, δεν επιβάλλεται», λέει στην «Κ».
«Αυτό είναι το μόνο σίγουρο και είναι ξεκάθαρο ότι η επιλογή ήταν θέμα
ασφάλειας και ηρεμίας. Εμείς το είδαμε ως μαξιλαράκι και όχι ως έλεγχο, ένα
μαξιλαράκι που βολεύει και στις δύο “παιδικές” ηλικίες των ανθρώπων, δηλαδή και
στη νεαρή αλλά και στην προχωρημένη ηλικία. Με άλλα λόγια, η στιγμή που θα το
θέλουν πιο πολύ αυτές για να εντοπίζουν εμένα, άρα και να γυρίσουν το νόμισμα
από την ανάποδη, τη βλέπω να έρχεται με αγάπη και κατανόηση. Κυρίως γιατί ξέρω
από τώρα τις προθέσεις. Πρόκειται για ασφάλεια και όχι παρέμβαση».
«Ανιχνεύθηκε κίνηση»
«Ανιχνεύθηκε κίνηση», λέει πάλι το
κινητό. Το παιδί είναι δίπλα μου, κανείς άλλος μέσα στο σπίτι, μα τι γίνεται;
Τρέχω στο δωμάτιο. Είχε κουνηθεί η κουρτίνα από τον αέρα. Αυτή η εφαρμογή μια
μέρα θα με πεθάνει.
«Όχι
στον αυτόματο πιλότο»
«Οι γονείς έχουν αμέτρητα εργαλεία στη
διάθεσή τους. Όμως πρέπει να αναρωτηθούν: η χρήση τους ταιριάζει στη δική τους
περίπτωση; Ή μήπως κινδυνεύουν να καταστρέψουν τη σχέση με το παιδί
τους;».
Σύμφωνα με την ψυχολόγο –
παιδοψυχολόγο Αντιγόνη Γινοπούλου, η χρήση εφαρμογών εντοπισμού των
παιδιών μπορεί να καθησυχάζει τις αγωνίες των γονιών, όμως εκπέμπει και ένα
μήνυμα. «Δείχνουμε στα παιδιά ότι δεν τα εμπιστευόμαστε». Με ό,τι μπορεί να
συνεπάγεται αυτό για το μέλλον της σχέσης μας με το παιδί μας.
Δεν είναι πανάκεια
Σε κάθε περίπτωση, η τεχνολογία, όπως οι
εφαρμογές εντοπισμού ή ελέγχου της online δραστηριότητας των παιδιών, δεν είναι
πανάκεια, τονίζει η κ. Γινοπούλου. «Χρειάζεται να έχει προηγηθεί πολλή δουλειά.
Να έχουν γίνει οικογενειακά συμβούλια, ενημερώσεις, να έχουν ανοίξει θέματα και
να έχουν συζητηθεί.
Οι γονείς δηλαδή να έχουν προετοιμάσει
το παιδί τους για όσα ενδέχεται να αντιμετωπίσει στην κοινωνία. Τους ανθρώπους,
τις σχέσεις, τα κριτήρια με τα οποία θα επιλέγει με ποιους θα συσχετιστεί, την επικινδυνότητα
των πραγμάτων που θα συναντήσει έξω. Γιατί κακά τα ψέματα, θα αντιμετωπίσει
διάφορα στη ζωή του». Οπως λέει, αν δεν έχει γίνει αυτή η προετοιμασία, «θα
αναγκαστεί ο γονιός να το παρακολουθήσει, με συνέπεια να συγκρουστεί μαζί
του».
Οι γονείς οφείλουν να ενημερώνονται
πρώτα οι ίδιοι –ακόμα και πριν φέρουν στον κόσμο το παιδί τους– και μετά να
ενημερώνουν τα παιδιά τους. «Μπορεί να μην είναι όλοι οι γονείς σχετικοί, αλλά
γι’ αυτό υπάρχουν τα βιβλία. Υπάρχουν άφθονα βιβλία εκεί έξω, τα οποία μπορούν
να χρησιμοποιήσουν για να καθοδηγηθούν στο πώς να κουβεντιάσουν με τα παιδιά
τους διάφορα θέματα, ανάλογα φυσικά με την ηλικία τους».
Κι όμως, σύμφωνα με την εμπειρία της, οι
περισσότεροι γονείς επαναπαύονται. «Θεωρούν ότι είτε το παιδί θα τα μάθει κάποια
στιγμή μόνο του είτε ότι είναι ακόμα μικρό και δεν θα καταλάβει. Ομως τα παιδιά
δεν είναι μικρά. Είναι… μικρομέγαλα. Μπορεί να είναι ανεπτυγμένα σωματικά
–έχουμε κορίτσια που έχουν περίοδο από τα 10 τους–, αλλά δεν είναι ώριμα. Ισα
ίσα είναι πελαγωμένα και χωρίς καμία καθοδήγηση. Εμφανισιακά δείχνουν μεγάλα,
έχουν θράσος απίστευτο, γιατί οι γονείς τους ήθελαν να έχουν ό,τι δεν είχαν οι
ίδιοι, και δίνουν την αίσθηση ότι μπορούν να σταθούν έξω στην κοινωνία. Τα
σημερινά παιδιά είναι όπως ήταν τα παιδιά πριν από 30 χρόνια, απλά τώρα έχουν
πληθώρα πληροφοριών, τις οποίες δεν μπορούν να διαχειριστούν». Είναι σημαντικό
λοιπόν να τα αντιμετωπίζουμε ως παιδιά και να τους δίνουμε τις κατάλληλες
γνώσεις για να αντεπεξέλθουν στις προκλήσεις της ζωής. «Να μην τα αφήνουμε στον
αυτόματο πιλότο».
Το GPS, λύση απελπισίας
Το GPS είναι λύση απελπισίας, σημειώνει.
«Το σημαντικό είναι η οριοθέτηση σε συνδυασμό με τις κατάλληλες πληροφορίες,
ώστε το παιδί όταν είναι ελεύθερο να μπορεί να οριοθετήσει τον εαυτό του. Γιατί
η κοινωνία τρέχει με ρυθμούς που δεν μπορούμε να διαχειριστούμε».
05.05.2022
Εφημερίδα καθημερινή