Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2011

Οι εξετάσεις, οι βαθμολογίες και το σχολείο











Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εκπαιδευτικό παράδοξο: οι μαθητές μας «οικοδομούν» τη γνώση τους στο τρίγωνο «σχολείο - φροντιστήριο - ιδιαίτερο» και, όμως, δεν μαθαίνουν.


Τα υψηλά ποσοστά χαμηλών βαθμολογιών που καταγράφηκαν και εφέτος στις πανελλαδικές εξετάσεις, όπου περίπου το 1/3 των εξετασθέντων (περίπου 32,5 χιλιάδες) έγραψε κάτω από τη βάση, αλλά και τα βαθμολογικά «ναυάγια» (10 χιλιάδες εξετασθέντες έδωσαν σχεδόν λευκή κόλλα) πριμοδοτούν την ανάπτυξη μιας δημόσιας συζήτησης γύρω από την εξήγηση του φαινομένου, η οποία «φορτώνει» την αποτυχία αποκλειστικά στους ώμους των μαθητών «που είναι τενεκέδες ξεγάνωτοι» και των εκπαιδευτικών που είναι «άσχετοι» ή «τεμπέληδες».

Είναι φανερό ότι η όλη συζήτηση για τα αποτελέσματα των εξετάσεων, που προσπαθεί να τα συνδέσει με το επίπεδο του εκπαιδευτικού έργου, έχει στόχο τη θυματοποίηση των ζωντανών στοιχείων της εκπαίδευσης στην κοινή γνώμη έτσι ώστε να παίρνονται ευκολότερα μέτρα σε βάρος τους. Παράλληλα αποκρύπτει μέσα σε ένα σύννεφο επικοινωνιακής σκόνης για τις «δυνατότητες και τις ευκαιρίες των “υπερλεωφόρων” της πληροφορίας» τις πραγματικές αιτίες που μεταλλάσσουν το ελληνικό σχολείο σε μια «βιομηχανία» ενός ιδιόμορφου αναλφαβητισμού.

Τι πραγματικά, λοιπόν, συμβαίνει στο σχολείο την τελευταία δεκαετία; Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εκπαιδευτικό παράδοξο: οι μαθητές μας «οικοδομούν» τη γνώση τους στο τρίγωνο «σχολείο- φροντιστήριο- ιδιαίτερο», «ροκανίζουν» την εφηβεία τους με «γερμανικά ωράρια» ασκήσεων και εξετάσεων, μπαζώνουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό με υπέρογκα φροντιστηριακά έξοδα και όμως δεν μαθαίνουν.

Αναφερόμαστε σε ένα ολοένα αυξανόμενο τμήμα μαθητών μας που αδυνατούν να αρθρώνουν συνεχή λόγο, να ελέγχουν και να λογικοποιούν τις σκέψεις τους χωρίς χάσματα και αντιφάσεις, να κάνουν λογικές αφαιρέσεις ή να κατανοούν γραπτά κείμενα εκτός από τα υποτυπώδη, που σκοντάφτουν σε ερωτήσεις οι οποίες απαιτούν κρίση. Το ζήτημα είναι πάρα πολύ σοβαρό καθώς στη γενίκευση του φαινομένου μπορούμε να μιλήσουμε για την εφιαλτική προοπτική μιας τεχνολογικώς υπεραναπτυγμένης και παράλληλα πειθαρχημένης κοινωνίας «κατακερματισμένων ανθρώπων» υπηκόων, ενός είδους «προσοντούχων αγραμμάτων» και αργότερα «σοφών ασχέτων».

Οι μορφωτικές απαιτήσεις της «νέας οικονομίας»

Ο πυρήνας της αντίληψης του νεοφιλελευθερισμού για την εκπαίδευση, το σχολείο, τη μόρφωση στην εποχή της «νέας οικονομίας» είναι ότι αυτή πρέπει να είναι άμεσα συμβατή με την αγορά και να αποτελεί τη βάση για τη δημιουργία ενός εργαζομένου ο οποίος θα γνωρίζει κάποιες πληροφορίες και εφαρμογές, θα μπορεί να επανεκπαιδεύεται σε νέες δεξιότητες που απαιτεί η αγορά εργασίας και να εντάσσεται έτσι στη διά βίου εκπαίδευση, η οποία είναι στην πραγματικότητα διά βίου κατάρτιση και επανακατάρτιση.

Το ζητούμενο για τη μορφωτική αντίληψη της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης δεν είναι η σύνθεση των γνώσεων, η κατανόηση της κοινωνίας και του κόσμου, πολύ περισσότερο δεν είναι η ανάπτυξη δυνατοτήτων για την αλλαγή της κοινωνίας. Το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη της «εκμάθησης της μάθησης» με στόχο την επιλεκτική αξιοποίηση τεμαχισμένων γνώσεων σε συνθήκες εργασίας που αλλάζουν. Μιλάμε για την εξοικείωση του μαθητή με δεξιότητες απαραίτητες στην αγορά εργασίας, τον εφοδιασμό του με ένα «κουτί πρώτων βοηθειών» γεμάτο από βασικές γνώσεις/ δεξιότητες με τις οποίες θα βγει στην αγορά εργασίας.

Πρόκειται για το είδος της εκπαίδευσης που εφαρμόζουν και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις στους εργαζομένους τους στα κατώτατα κλιμάκια, από τους οποίους ζητούν βασικές δεξιότητες χωρίς καμία κριτική και δημιουργική σκέψη. Τα σχολεία μας και η διδασκαλία έχουν κυριαρχηθεί από την «μονοκρατορία της κουλτούρας των επιχειρήσεων». Φυσικά το φαινόμενο αυτό κάθε άλλο παρά έχει μόνο σχολικά αίτια. Αυτό μπορεί κανείς εύκολα να το καταλάβει όταν αναλογιστεί ποια είναι τα πρότυπα που σήμερα, στην «κοινωνία της γνώσης» και «των δικτύων», προβάλλονται στους νέους ανθρώπους: ο ατομισμός, οι αξίες της ιδιωτικότητας, η απόρριψη της συλλογικής δράσης, η απαξίωση της συμμετοχής στα κοινά, ο αχαλίνωτος ανταγωνισμός, η λογική «ο καθένας για τον εαυτό του και ο θεός για όλους», ο χρησιμοθηρικός χαρακτήρας της γνώσης, όλα αυτά και άλλα πολλά αποτελούν από μόνα τους τις «έξυπνες βόμβες» στα δίκτυα της μάθησης.

Η κρατούσα αντίληψη για την παιδεία προσπαθεί να πείσει ότι η μόνιμη και σταθερή απασχόληση ανήκει στο παρελθόν και καλεί σε συμφιλίωση με την απασχολησιμότητα. Η αντίληψη αυτή επιβαρύνεται με την πρόσδοση ενός εργαλειακού χαρακτήρα στη γνώση καθώς ταυτίζει τις έννοιες «μόρφωση» και «επανεκπαίδευση» με την παροχή γνώσεων και δεξιοτήτων χρηστικού χαρακτήρα, δηλαδή άμεσα εφαρμόσιμων στην αγορά εργασίας. Να η ιδέα που «ξύνει» τη γνώση ως συλλογικό εργαλείο ερμηνείας και αλλαγής του κόσμου και τη μεταλλάσσει σε γνώση ως στενή εφαρμογή για την επίτευξη του ατομικού στόχου που στοιχίζεται με τις έννοιες «κόστος»- «κέρδος».

Εδώ η γνώση έχει εφαρμοσμένη και μόνο διάσταση και μετατρέπεται σε «δεξιότητα», ενώ η σχολική ύλη είναι εξ αρχής προορισμένη για τον «σκουπιδοτενεκέ» της μνήμης την επομένη των εξετάσεων.

Τι συντελείται σήμερα στο ελληνικό σχολείο

Ας έρθουμε στον χώρο της εκπαίδευσης και ας ρίξουμε μια ματιά μέσα από την «κλειδαρότρυπα» της σχολικής αίθουσας. Τι γίνεται στην τελευταία τάξη του Λυκείου και πώς επηρεάζονται οι υπόλοιπες τάξεις; Στο σημερινό Λύκειο είναι ιδιαίτερα αναβαθμισμένη η επιλεκτική λειτουργία σε βάρος της μορφωτικής. Η εντατικοποίηση των σπουδών μέσα από την εξετασιομανία που διαπερνά όλο το σχολικό πρόγραμμα δεν αποτελεί παρά τη νεκρολογία της επαφής του μαθητή με την ουσία της γνώσης. Γιατί, βέβαια, αν εξετάσει κανείς τη σχέση του περιεχομένου των μαθημάτων (τι), της μεθόδου (πώς) και των πρακτικών ελέγχου (εξεταστικές δοκιμασίες), θα διαπιστώσει εύκολα ότι η σύνθεσή τους, την ίδια στιγμή που μεταλλάσσει τη μαθησιακή διαδικασία σε μεθοδολογική εκγύμναση, δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα που μπορεί και να αναστείλει ακόμη και μορφές προσαρμοστικότητας στη μάθηση.

Τι γίνεται όμως στην υποχρεωτική εκπαίδευση (Δημοτικό και Γυμνάσιο) με τα νέα βιβλία;

Από τα αποτελέσματα των πρώτων ερευνών που έγιναν από δασκάλους για τα νέα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία των μαθηματικών προκύπτει ότι η μεγάλη πλειονότητα των δασκάλων θεωρεί ότι τα νέα βιβλία μαθηματικών αποτυγχάνουν να υλοποιήσουν τους στόχους τους. Παράλληλα στο ζήτημα των εκπαιδευτικών ανισοτήτων το 67% των δασκάλων πιστεύει ότι η ψαλίδα μεταξύ μαθητών υψηλής επίδοσης και μαθητών χαμηλής επίδοσης ανοίγει ακόμη περισσότερο, ενώ το 76% πιστεύει ότι τα βιβλία ευνοούν αποκλειστικά τους μαθητές με υψηλή επίδοση. Η πραγματικότητα αυτή ανάγκασε τους αναλυτές να διατυπώσουν τη θέση ότι το δημόσιο σχολείο πρέπει να απαλλαγεί από βιβλία που ενισχύουν τη σχολική αποτυχία, τις εκπαιδευτικές ανισότητες και την αποδόμηση της μαθηματικής σκέψης. Ανάλογες ήταν οι κριτικές παρατηρήσεις και για τα βιβλία των θεωρητικών μαθημάτων. Π.χ., στα περισσότερα νέα βιβλία ιστορίας του Δημοτικού και του Γυμνασίου απουσιάζει ο συνεκτικός ιστός, απουσιάζουν τα ιστορικά πλαίσια, ο ιστορικός χρόνος δεν υπάρχει, η συνολική αφήγηση σφαγιάζεται σε πληροφορίες, εικόνες, αριθμούς και πηγές. Απομένει η τμηματική πληροφορία, η αποσπασματική είδηση, το απομονωμένο γεγονός, χωρίς την ιστορική και κοινωνική του πλαισίωση. Το «πώς» και το «γιατί» έχουν εξαφανιστεί.

Πρόκειται για σπαράγματα-θραύσματα γεγονότων χωρίς συνέχεια. Μπορούμε να μιλήσουμε για αποθέωση της αποσπασματικότητας, όπου σκόρπιες γνώσεις-πληροφορίες «ατάκτως ερριμμένες» προσφέρονται προς «κατανάλωση», ένας σωστός τσελεμεντές, όπου χάνεται η σχέση αιτίας και αποτελέσματος καθώς και το νόημα της κάθε γνώσης.
Η διάρθρωση της «ύλης» εγκαταλείπει τη συστηματικότητα που επιβάλλουν η επιστημονική δομή των αντικειμένων και η διδακτική επεξεργασία τους.

Οι εκπαιδευτικοί επισημαίνουν ότι αυτά αποτελούν ευθεία βολή κατά της εσωτερικής λογικής και της ιστορικής αλληλουχίας των γεγονότων, κατά της εμβάθυνσης στις αιτίες των γεγονότων και της σχέσης αιτίας αποτελέσματος, τελικά ευθεία βολή κατά της συγκροτημένης σκέψης.
Χρ. Κάτσικας
Εφημερίδα   το  Βήμα
Ο κ. Χρ. Κάτσικας είναι ερευνητής εκπαιδευτικών θεμάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: