Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

Οι παγίδες της συναίνεσης

Δεν εξωθείς κάποιον σε χειρότερη ζωή ενοχοποιώντας τον









Συναίνεση σημαίνει ότι καλείσαι να πεις «ναι» σε μια χειρότερη εκδοχή ζωής. Ποιοι είναι οι όροι για να λειτουργήσει μια τέτοια, εκ πρώτης όψεως, αντιφατική και παράδοξη συνθήκη; Ποιοι είναι οι περί συναινέσεως λόγοι που αρθρώνονται;


Ένας πρώτος κυρίαρχος λόγος: «Δεν γίνεται αλλιώς». Το σύνδρομο ΤΙΝΑ όμως, (Τhere Ιs Νo Αlternative) από τη φύση του παγιδευτικό και ασύμφορο, αποτελεί ταυτόχρονα το πιο ισχυρό (ως επιβολή μέτρων) αλλά και το πιο ανίσχυρο (ως αποδοχή μέτρων) επιχείρημα. Ενδέχεται όχι μόνο να μη λύνει αλλά και να επιτείνει το αδιέξοδο. Πώς να στραφείς εναντίον του εαυτού σου μόνο και μόνο επειδή «δεν γίνεται αλλιώς». Η ψυχολογία μάς διδάσκει ότι και μόνο η αναπαράσταση (έστω και ψευδαισθησιακή) ότι όλοι οι δρόμοι ΔΕΝ είναι κλειστοί έχει μια ιαματική λειτουργία.

Στο έργο του Μπέργκμαν «Οι μαριονέτες» η τελευταία ζοφερή σκηνή έχει αποτυπωθεί στο μυαλό μου. Ο παγιδευμένος ψυχικά πρωταγωνιστής για να δηλώσει τη συντριβή του επαναλαμβάνει μονότονα «Αlle Wege sind verschlossen»: «Όλοι οι δρόμοι είναι κλεισμένοι».

Δεν υπάρχει ζωή χωρίς προοπτική ελπίδας.

Ωστόσο ένας ακόμα πιο ύπουλος μηχανισμός παραμονεύει. «Δέξου τα μέτρα γιατί φταις». Άκουγα (δίχως, για να πω την αλήθεια, έκπληξη) δυο Έλληνες αναλυτές σε ξένο τηλεοπτικό κανάλι να σχολιάζουν, προκαλώντας (τι ειρωνεία!) την μήνιν του ξένου δημοσιογράφου, την ελληνική κατάσταση περίπου ως εξής: «Τα μέτρα είναι αποδεκτά από τη μεγάλη πλειονότητα του λαού. Δεν γίνεται αλλιώς. Φταίνε οι Έλληνες που είναι φοροφυγάδες, τεμπέληδες, καλοπερασάκηδες, δαιμονοποιούν τις ιδιωτικοποιήσεις(sic), τα περιμένουν όλα από το κράτος κ.λπ.». Μια τέτοια ενοχοποιητική υπερ-ευθυνοποίηση του μέσου πολίτη θεωρώ ότι είναι και άστοχη και επικίνδυνη. Δεν εξωθείς σε συναίνεση μέσω της ενοχοποίησης. Δεν λες δηλαδή «τέτοιος που είσαι, τέτοιος που μια ζωή ήσουν, κάτσε τώρα να το φας». Στο νου έρχεται ένα όχι και τόσο αισθητικό γκράφιτι «Φάτε τα σκατά σας, κερνάει το κράτος».

Δεν φτάνει που καλείσαι να ζήσεις χειρότερα (για ορισμένους αυτό θα ισοδυναμεί πολύ απλά με μη ζωή), αλλά θα πρέπει ταυτόχρονα να διαχειρίζεσαι και μια απαξιωτική εικόνα του εαυτού σου.

«Όπως στρώσεις θα κοιμηθείς». Η γνωστή ρήση μετασχηματίζεται: «Έτσι που έστρωσες, μη φωνάζεις, δεν σε παίρνει, τι τη θες τη φωνή, κάτσε ήσυχος να κοιμηθείς». Ένας τέτοιος ύπνος όμως θα μοιάζει με γενική δοκιμή θανάτου. Για να θυμηθούμε τον Σολωμό και τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» που «ετοιμαζότουνα να φωνάξει δυνατά για να δείξει πως δεν απέθανε».

Το τελευταίο που χρειάζεται είναι η υπόθαλψη «έστω συμβολικά» πεθαμένων ανθρώπων. «Πάρε αυτό το χάπι. Θα σε βοηθήσει να μη φωνάζεις. Αφαιρεί τη ζωή. Είσαι καλύτερα χωρίς αυτήν». Το αίτημα της δικαιοσύνης δεν εξασφαλίζεται μέσα από ασύμφορες και καταχρηστικά γενικευτικές ενοχοποιήσεις.

Σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας, από μικρό παιδί μέχρι βαθέος γήρατος, όταν παραιτείσαι (ποτέ με τη θέλησή σου) από ένα αγαθό, ο πιο αποτελεσματικός, χωρίς τραύματα και παρατεταμένες αποστερήσεις, τρόπος είναι να πειστείς ότι ο λόγος της στέρησης είναι θεμιτός και ότι εν πάση περιπτώσει το οδυνηρό είναι προσωρινό, θα υπάρξει μια επόμενη διορθωτική στιγμή. Δεν γίνεται να μην υπάρχει στον ορίζοντα η υπόσχεση (όχι σαν κοροϊδία αλλά σαν υπεύθυνη προοπτική) μιας επόμενης στιγμής. Καθώς και η αίσθηση ότι οι επιβάλλοντες τα μέτρα δεν στέκονται ψυχρά και τεχνοκρατικά εξ αποστάσεως απέναντί σου. Μαζί σου είναι και συμπάσχουν. Δεν είσαι ένοχος γι΄ αυτό που υφίστασαι. Η ενοχή οδηγεί είτε στην οργισμένη και βίαιη επιλογή ζωής είτε στην καταθλιμμένη ζωή. Και τα δυο επιζήμια. Ίσως το δεύτερο λίγο περισσότερο από το πρώτο. Άγονες οι ενοχοποιητικές τεχνικές που ανθούν υποβοηθούμενες από τεχνικές εκφοβισμού (κάνε τώρα αυτά, γιατί υπάρχουν και χειρότερα).

Εκείνος που κοινωνικοποιήθηκε στον ωχαδερφισμό, ο μικρομεσαίος που την έβγαζε «καθαρή» (τρόπος του λέγειν καθαρή) γλιτώνοντας ό,τι μπορούσε από την Εφορία, ο εργαζόμενος στο Δημόσιο που πήγαινε να λουφάρει ξεκλέβοντας δυο- τρεις ώρες από τη δουλειά του για να είναι με την οικογένειά του, ή με τον εαυτό του, ή ακόμα και αραχτός με τη φραπεδιά του σε ηλιόλουστα καφενεία, δεν μπαίνουν στην ίδια ζυγαριά με όσους κατά συρροή, έντεχνα, επιτήδεια και επαγγελματικά τόσα χρόνια εμπορεύτηκαν και ανηλεώς λεηλάτησαν αυτόν τον τόπο.

Οι κατ΄ εξοχήν ένοχοι περιφρουρημένοι από την κουλτούρα ατιμωρησίας μπορεί να μην πληρώσουν ποτέ (εκεί πάει το πράγμα). Ας μη μετατίθεται όμως το συμβολικό βάρος της εγκληματικής τους διαχρονικής σταδιοδρομίας στους ώμους φτωχοδιάβολων. Είναι ηθικά και αισθητικά ανεπίτρεπτο. Υπονομευτικό μιας ελπίδας για την επόμενη μέρα.
Φωτεινή  Τσαλίκογλου
Εφημερίδα   Τα  Νέα

Δεν υπάρχουν σχόλια: