Τρίτη 26 Απριλίου 2011

Τα κοκόρια και οι πινακίδες

Οδική ασφάλεια: ένα στοίχημα εθνικής σημασίας










Φαίνεται πως η περίοδος της συγκατάβασης και της ανοχής κλείνει οριστικά. Μέχρι τώρα οι κυβερνώντες είχαν την πολυτέλεια να λένε και να ξελένε διάφορα, και οι πολίτες να μουρμουρίζουν ότι τέτοια τα έχουν ξανακούσει. Όπως σ΄ όλα όμως, έτσι και σ΄ αυτό η κρίση θα επιφέρει αλλαγές. Στο εξής, η ίδια η πραγματικότητα με τα επείγοντά της θ΄ αρπάξει μέσα απ΄ το στόμα των πολιτικών την ειλικρίνεια ή το ψέμα, για να τους επιβραβεύσει ή να τους τιμωρήσει στα γρήγορα. 

Πριν από μερικές μέρες ο υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ανακοίνωσε ότι είναι αποφασισμένος να αντιμετωπίσει ριζικά το πρόβλημα της οδικής ασφάλειας. Είχε τέτοια αποφασιστικότητα ο τόνος των δηλώσεών του ώστε η καλή πίστη των απλών πολιτών είναι υποχρεωμένη να του παραχωρήσει ό,τι της απέμεινε. Είναι τόση η ανάγκη να γίνουν πράξεις τα λόγια, που η δυσπιστία παραμερίζεται για λίγο. Δεν μπορούμε λοιπόν παρά να ευχηθούμε τα σχεδιαζόμενα μέτρα να ληφθούν συντόμως και το κυριότερο να συμμετέχουν οι πολίτες στον αγώνα που μόλις άρχισε. Γιατί περί αυτού πρόκειται. 

Χρόνια τώρα, νύχτα και μέρα, οι δρόμοι είναι ένα θέατρο για κοκορομαχίες καταδικασμένες να μην έχουν έκβαση. Ακάματοι οδηγοί ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την απόδειξη μιας υπεροχής που ουδέποτε επικυρώνεται. Τρέχουν, προσπερνούν, παραβιάζουν τον κώδικα, πεθαίνουν για να αποδείξουν ότι δεν λογαριάζουν κανένα, ούτε τους άλλους ούτε τον νόμο, για να φθάσουν στο τέλος στην πικρή διαπίστωση ότι κανείς ποτέ δεν θα δώσει συγχαρητήρια στον πιο «ξύπνιο» και «μάγκα» ανάμεσά τους. Μετά τις φιγούρες οι επιδειξίες γυρίζουν στο σπίτι τους άπρακτοι. Αυτό σημαίνει ότι θα τοξινωθούν ακόμη περισσότερο και την επόμενη φορά θα ριχτούν με μεγαλύτερη απόγνωση στη μέθη της ταχύτητας, μέχρι να σκοτώσουν ή να σκοτωθούν από οίηση. 

Oι ψυχολόγοι και οι φιλόσοφοι μας έχουν ειδοποιήσει από παλιά: προκειμένου να δείξει πως «κάνει το δικό του» ένας άνθρωπος είναι δυνατόν να φθάσει ακόμη και στην αυτοκαταστροφή. Το γνωρίζουμε όλοι ότι η παρατήρηση αυτή είναι πολύ κοντά σε κάποιες πλευρές του ελληνικού χαρακτήρα. Αλλά τότε θα έπρεπε, στ΄ αλήθεια, να τρέμουμε για τον ίδιο μας τον εαυτό, αφού είμαστε, όντως, ικανοί να εξοντωθούμε.
Κάθε μέρα, άλλωστε, αυτό πιστοποιείται, και το αίμα που ρέει στην άσφαλτο αντί να σωφρονίζει, λες και ερεθίζει ακόμη περισσότερο τους επίδοξους τολμητίες. «Εκεί που απέτυχαν οι άλλοι, εγώ θα τα καταφέρω», λένε και πατάνε το γκάζι. Τι θα μπορούσε να τους ανακόψει; Η απάντηση είναι στερεότυπη, την έχουν δώσει οι κοινωνίες από τότε που διαπιστώθηκε ότι τα άτομα έχουν ανάγκη να προστατεύονται από τα ίδια τους τα πάθη. Νόμος και Αγωγή. Αυτά είναι τα μέσα, δεν υπάρχουν άλλα και η ελληνική Πολιτεία, όπως κάθε άλλη, μόνο σ΄ αυτά μπορεί να προσφύγει. 

Το θέμα, βέβαια, πάντα είναι η επιβολή του νόμου. Κι εδώ η μάχη θα είναι λυσσώδης. Ήδη, για παράδειγμα, τα εμπορικά συμφέροντα αντέδρασαν στην εξαγγελία για την κατάργηση των υπαίθριων διαφημιστικών πινακίδων οργανώνοντας μια προκλητική καμπάνια. Από την άλλη, 60 σύλλογοι, οργανώσεις και κινήσεις πολιτών, πολλοί από τους οποίους είναι γονείς θυμάτων, απαιτούν την τήρηση των νόμων υψώνοντας μια φωνή που βγαίνει από τα σπλάχνα τής πιο παράλογης και οδυνηρής εμπειρίας: «ο άνθρωπος πάνω από το αυτοκίνητο- πάνω από τη διαφήμιση» γράφουν στο ψήφισμά τους. Έστειλαν το μήνυμά τους προς το κράτος και περιμένουν ανταπόκριση συντηρώντας μέσα τους αυτό που οι Έλληνες κατάντησαν να το κρύβουν: την ελπίδα, από φόβο μήπως τους θεωρήσουν αφελείς. 

Όσο για το κράτος, αυτό δεν έχει πια το περιθώριο να παλινδρομεί. Καλείται να ενεργήσει αμέσως ώστε να εφαρμοστεί ο νόμος και να ασκηθεί μια πολιτική για την οδική αγωγή, ιδιαίτερα των νέων. Κάποτε, στα σχολεία διδασκόταν η Αγωγή του Πολίτου. Αν ένα μάθημα παρόμοιου τύπου με ευρύτερο κοινωνικό περιεχόμενο περιλαμβανόταν και πάλι στο πρόγραμμα, τότε η οδική αγωγή θα έπρεπε οπωσδήποτε να είναι βασικό του μέρος. Υπό έναν όρο: να είναι η διδασκαλία ευέλικτη, προσεκτική, φειδωλή σε νουθεσίες. Γιατί αν πεις στους εφήβους «μην τρέχετε, θα φάτε το κεφάλι σας», θα κοροϊδέψουν τον γεροντισμό σου. Αν πεις όμως «για σκεφτείτε τι πάτε να αποδείξετε τρέχοντας», ίσως στο κεφάλι τους κάτι να μείνει. Ας δοκιμάσουμε λοιπόν. 

Βασίλης   Καραποστόλης
Εφημερίδα   Τα  Νέα

Ο Βασίλης Καραποστόλης είναι καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια: